Παρασκευή, Απριλίου 14, 2006

Σαν μαγεμένο το μυαλό...

(...)
Μετά τη μεσημβρινή αναφορά, συναντιόμαστε πίσω από τις τουαλέτες.
Στα δάχτυλά του έκαιγε ένα τσιγάρο και συγχρόνως έπαιζε το μπουζούκι, μέχρι που η καύτρα τον έκαιγε και τίναζε το χέρι του ξαφνιασμένος. Δεν σταματούσε όμως να τραγουδάει.
Επαιζε τραγούδια που αγαπούσε. Μια μέρα μου εκμυστηρεύτηκε ότι είχε γράψει κι ο ίδιος μερικά. Του ζήτησα να μου τα παίξει. Από όλα ξεχώρισα ένα.
«Παίξε τον Αρρωστο», του έλεγα κι εκείνος δε μου χαλούσε χατίρι, παρ’ όλο που καταλάβαινα ότι τον πονούσε το συγκεκριμένο τραγούδι. Με βραχνή, σπασμένη φωνή, μέσα από την ψυχή του έπαιζε και τραγουδούσε.
Οταν τελείωνε, σιωπούσε, λες και προσπαθούσε να επανέλθει στην πραγματικότητα…
Μετά άρχιζε με το ίδιο πάθος να ξαναπαίζει τραγούδια “μεγάλων δασκάλων”. Κάθε τόσο σταματούσε και μου εξηγούσε την ιστορία κάθε τραγουδιού.
Ενα μεσημέρι δεν τον βρήκα. Ετοιμαζόμουν να γυρίσω στο θάλαμο όταν άκουσα ένα βαρύ αναστεναγμό από τις τουαλέτες.
Τον βρήκα πεσμένο στα βρόμικα νερά. Πλάι του μια σύριγγα.
Την έχωσα στην τσέπη μου και τον έσυρα έξω από τις τουαλέτες, ακριβώς από πίσω. Είχε συρματοπλέγματα και μετά άρχιζε ο κάμπος.
- Είσαι καλά; τον ρώτησα.
Αισθανόμουν ηλίθιος.
Χαμογέλασε. Προσπάθησε να εστιάσει το βλέμμα του πάνω μου. Δεν τα κατάφερε. Εβαλε τα γέλια.
Δεν ήξερα τι να κάνω. Κοιτούσα με αγωνία μήπως έρθει κανείς.
Ακουσα ομιλίες και τρομοκρατημένος έκλεισα το στόμα του με το χέρι μου.
Πάλευε να αναπνεύσει. Μου δάγκωσε το χέρι. Επέμεινα.
Ενας παλιός κατούρησε κι έφυγε.
Αφησα το χέρι μου.
- Κάπου είναι το μπουζούκι, ψιθύρισε.
Το βρήκα και του το έδωσα.
Το πήρε στα χέρια του.
- Τη γνώρισα σε ένα ρεμπετάδικο… Επαιζε αυτό το τραγούδι…
Και μου τραγούδησε πιο ωραία και πιο παθιασμένα από κάθε άλλη φορά:
Σαν μαγεμένο το μυαλό μου φτερουγίζει
η κάθε σκέψη μου κοντά σου τριγυρίζει
δεν ησυχάζω και στον ύπνο μου όταν κοιμάμαι
εσένα πάντα αρχοντοπούλα μου θυμάμαι…
Δεν το τελείωσε. Ξέσπασε σε λυγμούς. Φύσηξε δυνατά τη μύτη του. Σκούπισε με την ανάστροφη του χεριού του τα μάτια του.
- Ο έρωτας είναι το χειρότερο πράγμα… όταν ερωτευτείς το λάθος πρόσωπο, ψέλλισε.
- Ποιο είναι το λάθος πρόσωπο; τον ρώτησα περισσότερο από αμηχανία.
- Το λάθος πρόσωπο… Το λάθος πρόσωπο, φίλε μου Μιχάλη, είναι αυτό που νομίζουμε ότι μας μοιάζει, ότι μας ταιριάζει… Τι τραγικό λάθος…
Το βράδυ πήδηξε τη μάντρα. Κηρύχτηκε λιποτάχτης…

Μανώλης Χαρίνος
"- ΚΙ Ο ΜΟΤΣΑΡΤ;
- ΠΕΘΑΝΕ ΤΑ ΞΗΜΕΡΩΜΑΤΑ..."
Απρίλιος 1999