Παρασκευή, Δεκεμβρίου 23, 2016

Τι γύρευες, βρε αγόρι μου, στον 12ο όροφο;

Ο κληρονόμος κολοσσών όπως ο Garry Kasparov, ο Anatoly Karpov και ο Alexander Alekhine τη βαριόταν τη σκακιέρα. Ζούσε όχι για να σκέφτεται, αλλά για να γεύεται τον ίλιγγο του κινδύνου. Ο Yuri Yeliseyev ανυπομονούσε να τελειώσει την παρτίδα για να βγει στο μπαλκόνι. Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα, ήταν νεκρός.
Ο νεαρός Ρώσος grandmaster, παγκόσμιος πρωταθλητής Εφήβων το 2012 στα 17 του, βούτηξε από τον 12ο όροφο και άφησε την τελευταία του πνοή σε ένα παγερό πεζοδρόμιο της Μόσχας. «Το άτιμο το parkour του άρεσε περισσότερο και από το σκάκι» είπαν οι φίλοι του.

Το parkour είναι εκείνο το ριψοκίνδυνο σπορ των πόλεων στο οποίο ο αθλητής σκαρφαλώνει σε τοίχους, σαλτάρει από στέγη σε στέγη, πηδάει πάνω από φράχτες και αψηφά τα εμπόδια, με χορευτικές πιρουέτες που ολοκληρώνονται όταν σημάνει το χρονόμετρο. Ναι, αυτό που γίνεται κάθε χρόνο στη Σαντορίνη και γεμίζει τις οθόνες με ασπρογάλαζη νοσταλγία.
Στη Μόσχα, το τσιμέντο είναι γκρίζο και ο ουρανός δυσοίωνος. «Στον Yuri άρεσε το ρίσκο, αλλά δεν έπαιζε με τη ζωή του. Εκανε ισορροπία σε ντουβάρια δύο μέτρων για να νικήσει τον φόβο» είπε ο εθνικός προπονητής Sergei Yanovsky. «Τι γύρευες, βρε αγόρι μου, στον 12ο όροφο;».

Το γήπεδο με τα 64 τετραγωνάκια ήταν το βασίλειο του Yuri Yeliseyev. Ηταν εραστής του ανορθόδοξου, ένας παράτολμος κασκαντέρ της σκακιέρας. «Εβρισκε τις λύσεις εκεί που δεν το περίμενε κανείς. Εχασα έναν αγαπημένο φίλο και έναν από τους πιο ταλαντούχους ανθρώπους που γνώρισα ποτέ» είπε ο συναθλητής του Daniil Dubov. Ο εκλιπών ήταν 42ος στην κατάταξη των Ρώσων master και 212ος στην παγκόσμια, αλλά κέρδισε το φετινό Open της Μόσχας και ετοιμαζόταν για εκτόξευση. Αλλά ποιος ενδιαφέρεται σήμερα για ένα άθλημα χωρίς μπάλα, σασπένς ή ντόπα; Οι τηλεοπτικές κάμερες στρέφονται αλλού για να καταπνίξουν τα χασμουρητά. Αν ήταν κανένας ποδοσφαιριστής της Dynamo ή μπασκετμπολίστας της CSKA, τότε ναι, να τον θρηνούσαμε. (...)
Νίκος Παπαδογιάνης
"Documento"
4 Δεκεμβρίου 2016

Παρασκευή, Αυγούστου 19, 2016

Μαγκιά μου που είμαι ΠΑΟΚτσής!


Είχα να πάω στην Τούμπα να δω αγώνα του ΠΑΟΚ 13 ολόκληρα χρόνια. Ο ρυθμός της ζωής, η γκρίνια και τα συνεχόμενα πολυετή προβλήματα της ομάδας που είχαν μετατρέψει τον κάθε οπαδό σε "ειδικό", είχαν ως αποτέλεσμα να τονίζονται πολύ πιο έντονα τα κατά από τα υπέρ… και ο καναπές έγινε αρχικώς η καλύτερη επιλογή και στην πορεία η μοναδική.

Για διάφορους λόγους (περισσότερο προσωπικούς και λιγότερο οπαδικούς) φέτος είχα μια μεγάλη επιθυμία να ξαναπάω στο γήπεδο και το παιχνίδι ΠΑΟΚ-AJAX ήταν μια καλή ευκαιρία. Το πρωί της Δευτέρας ήμουν 1 ώρα και 15 λεπτά σε αναμονή στην ιστοσελίδα της ομάδας για να καταφέρω τελικά να βρω εισιτήριο. Οχι φυσικά στις "κυριλάτες" θύρες 2 ή 3 όπου πήγαινα τις τελευταίες φορές (πριν σταματήσω να πηγαίνω τελείως) αλλά απέναντι, στην 6. Μια χαρά!

Οταν το είπα στον κολλητό μου, αντέδρασε: «Είσαι τρελός; Στην 6; Θα μπεις 2 ώρες νωρίτερα με τον ήλιο στα μούτρα σου μες την Αυγουστιάτικη ζέστη, αργότερα ο ήλιος θα αντικατασταθεί από τους προβολείς που είναι τοποθετημένοι στο απέναντι σκέπαστρο, κι εσύ θα είσαι στριμωγμένος με τα πόδια του πισινού στην πλάτη σου και τα δικά σου στην πλάτη του μπροστινού. Μην πας, είναι οπισθοδρόμηση… είπαμε να πάμε μπροστά όχι πίσω… έλα στο café που έχω κλείσει δυο τραπέζια να το δούμε με air-condition, παγωμένη μπύρα και φαγητό». Το ξανασκέφτηκα, και όσο το σκεφτόμουνα έβλεπα ότι είχε δίκιο…

Την Τετάρτη το πρωί δέχτηκα ένα μήνυμα από μια πολύ καλή φίλη που μεταξύ άλλων μου έγραφε πόσο υπερήφανη αισθανόταν που έβλεπε το μικρό της γιο να βάζει με το που ξύπνησε τη φανέλα του ΠΑΟΚ και να κυκλοφορεί όλη τη μέρα φορώντας την. Και τότε θυμήθηκα... και μου ξανάρθε αυτό το τρελό, απερίγραπτο συναίσθημα που μόνο ο ΠΑΟΚτζής γνωρίζει! Ενα συναίσθημα που δεν στηρίζεται σε τίτλους και επιτυχίες, ούτε σε μεγάλα ονόματα και πρόσωπα. Ενα συναίσθημα που περικλείεται σε 4 γράμματα που προσδίδουν μεγαλείο και περηφάνια. Είχα ήδη "ψηθεί" ξανά…

7 το απόγευμα -2,5 ώρες πριν ξεκινήσει το παιχνίδι- ήμουν στην Τούμπα! Ολα αλλαγμένα και όλα ίδια! Με το πέρασμα των χρόνων γίνανε πολλές ανακαινίσεις, διορθώσεις, προσθήκες όχι μόνο στο γήπεδο αλλά και στη γύρω περιοχή. Ομως το εμβληματικό γήπεδο παρέμενε εκεί και παρά τα νέα του φτιασίδια ήταν φανερό ότι δεν μπορούσε να κρύψει την ηλικία του. Η περιοχή είχε αναπλαστεί αλλά ο κόσμος εξακολουθούσε να προτιμάει να κάθεται στο κράσπεδο με την πλάτη του ακουμπισμένη στο γήπεδο, οι καντίνες και οι υπαίθριες ψησταριές είχαν δεκαπλασιαστεί και η ατμόσφαιρα είχε ποτίσει από τη γνώριμη τσικνίλα, τις ρετσίνες τις μπύρες και άλλα, πλανόδιοι πάγκοι με κασκόλ, καπελάκια κι αναμνηστικά παντού –ακόμα και έξω από τη μπουτίκ της ομάδας με τα αυθεντικά προϊόντα- και ο κόσμος… ο κόσμος… ο κόσμος του ΠΑΟΚ, άντρες, γυναίκες, παιδιά, όλες οι ηλικίες, σε παρέες, μόνοι, φορώντας φανέλες του ΠΑΟΚ τωρινές ή άλλων εποχών, συνδεσμίτικες, με στάμπες του δικέφαλου αετού, συνθήματα, ονόματα, με γέλια, με κουβέντες, με πειράγματα, με αγωνία, όλα κομπλέ… Μια άλλη κοινωνία, όλα κομπλέ! Ολοι με όλους, εκεί!

Μπήκα στο γήπεδο ήδη φτιαγμένος! Ορθιος άρχισα να κοιτάω γύρω μου σαν να μην είχα ξαναμπεί ποτέ. Το μάτι μου στάθηκε στην θύρα 4 και θυμήθηκα τα πρώτα χρόνια, στιγμές και αναμνήσεις όλες συνδυασμένες με τον ΠΑΟΚ. Την στιγμή που πρωτοπάτησα αυτά τα τσιμέντα (1973) μαζί με τον συγχωρεμένο τον πατέρα μου, το δέος που ένιωθα από τη βουή που συνόδευε την είσοδο της ομάδας στον αγωνιστικό χώρο, το πρωτάθλημα του 1984-85 στην θ4, τα μεγάλα παιχνίδια με την Μπάγερν και την Νάπολι, τις απογευματινές κοπάνες από το σχολείο όταν υπήρχε αγώνας κυπέλλου τις Τετάρτες, τις χαρές, τις αγωνίες, τις λύπες, όλα άρχισαν να ξανάρχονται στο μυαλό και να με στέλνουν στα χρόνια εκείνα!

Αρχισα να ανεβαίνω την κερκίδα και όταν βρήκα τη θέση μου είδα ότι εκεί καθόταν ένα αγόρι και δίπλα η κοπελιά του. Βγάζανε selfie και γελούσαν χαρούμενοι. Η φανέλα του νεαρού έγραφε PAOK Club Hamburg. Δεν τους είπα τίποτα κι έκατσα κάπου αλλού, αποφασισμένος όταν θα έρθει ο κάτοχός της να μετακινηθώ παραδίπλα, ενδεχομένως στα σκαλάκια, όπως τότε που δεν είχαμε αριθμημένα εισιτήρια και δεν μας ένοιαζε κιόλας. Ο κάτοχός της νέας θέσης μου δεν εμφανίστηκε ποτέ παρά το γεγονός ότι το γήπεδο ήταν "πίτα". Μάλλον κι αυτός καθόταν κάπου αλλού!

Οι παίκτες του AJAX μπήκαν κι ακούσανε τις αφιερώσεις για το τι ακριβώς θα πάθει η μικρή η Ολλανδέζα η π...άνα από τον ΠΑΟΚ, οι δικοί μας αποθεώθηκαν. Ολα κομπλέ! Η ατμόσφαιρα ήταν Τουμπίσια, γνήσια ποδοσφαιρική, βγαλμένη λες από άλλες εποχές. Ολοι όρθιοι, το ματς να ξεκινάει φανταστικά, γρήγορο γκολ, άχαστες ευκαιρίες που …χάθηκαν, να στραβώνει λίγο πριν το ημίχρονο και στο τέλος η στραβή να ολοκληρώνεται. Η μουρμούρα του ημιχρόνου έγινε γκρίνια, όλοι είχαν άποψη, όλοι ξέρανε καλύτερα και τα ‘χαν ‘πει από την προηγούμενη, όλοι με όλους και εναντίον όλων. Ολα κομπλέ!

Μέχρι να βγω, να περιπλανηθώ στα στενά της Τούμπας, να ξεπαρκάρω και να φτάσω στον περιφερειακό πέρασε μία ώρα! Οταν πια έφτασα στο σπίτι ήταν ήδη …αύριο! Θυμήθηκα τα λόγια του κολλητού μου ότι πρέπει να πηγαίνουμε μπροστά και όχι πίσω κι έβαλα τα γέλια! Μα η ζωή προχωράει έτσι κι αλλιώς, το μέλλον έρχεται είτε το θέλεις είτε όχι. Ακόμα κι αν σκαλώσεις ή επιλέξεις συνειδητά να μην προχωρήσεις θα μείνεις απλά στάσιμος σε έναν κόσμο που προχωράει κι εξελίσσεται. Αυτό όμως που δεν μπορείς να κάνεις είναι να πας πίσω, στην εποχή που μεγάλωσες και άρχισες να νιώθεις, όσο κι αν το θέλεις, όσο κι αν το νοσταλγείς. Κι όμως, αυτό ακριβώς ήταν που έπαθα εγώ χθες! Επέστρεψα 30 χρόνια πίσω, στα χρόνια της νιότης μου σ’ ένα περιβάλλον και μία ατμόσφαιρα ίδια με εκείνη την εποχή! Με όχημα μια τεράστια ομάδα, μια μεγαλειώδη ιδέα, ένα ασύλληπτο μέγεθος!

Επεσα για ύπνο πραγματικά περήφανος που είμαι ΠΑΟΚ!

04.08.2016
Κ.Π.

Παρασκευή, Μαρτίου 04, 2016

Ανεκτικότητα Ή Ο άλλος θα μπορούσες να είσαι εσύ

Η εμπειρία ζωής μου λέει ότι το μίσος προς τους άλλους ανθρώπους είναι καλυμμένο μίσος προς τον ίδιο μας τον εαυτό. Οποιος περιφρονεί τους άλλους δεν αντέχει τον εαυτό του.

Κόντρα στην περιφρόνηση μας δίδαξαν πάντα την ανεκτικότητα, και σε πολλούς αιώνες, που αυτή κάθε άλλο παρά αυτονόητη ήταν, θα είχε κάνει τη ζωή ανάμεσα σε ξένους πολιτισμούς πιο υποφερτή. Ομως η ανεκτικότητα αποτελεί πράγματι τη λύση των παγκόσμιων προβλημάτων; Παρ' όλο που θέλω να μείνω πραγματιστής, πιστεύω ότι δεν επαρκεί απόλυτα, αφού ανεκτικότητα σημαίνει ανοχή. Η ανεκτικότητα όσο ανθρωπιστική κι αν είναι, μας καλεί να δεχτούμε τον άλλο.
Για μένα αυτό είναι κάπως λίγο. Εγώ πηγαίνω με τους σύγχρονους, όπως τον υπέροχο δημοσιογράφο Georg Stefan Troller. Αυτός ρωτήθηκε γιατί έχει γυρίσει τόσες ταινίες για ανάπηρους και φυλακισμένους. Απάντησε: «Επειδή όλοι μας κατά κάποιον τρόπο είμαστε ανάπηροι. μέσα από τον πόλεμο, από τους γονείς, μέσα από μια ερωτική απογοήτευση». Και σχετικά με τους φυλακισμένους: «Το θέμα είναι, βλέποντας έναν άγνωστο προς αυτούς και στην αρχή εντελώς αντιπαθητικό άνθρωπο, οι θεατές να πουν: Μα αυτός είμαι εγώ».

Δεν είναι λοιπόν το θέμα η ανεκτικότητα απέναντι στον άγνωστο προς εμένα, αλλά ο σεβασμός απέναντι σε αυτόν, αφού αυτός ή οι άλλοι, αυτός ή αυτοί που συναντώ στο δρόμο σε αναπηρικό καρότσι ή σε μια μακρινή χώρα, αυτός ή αυτοί θα μπορούσαν να είμαι εγώ ο ίδιος.
Μόνο μια σύμπτωση, τίποτε άλλο από μια σύμπτωση το θέλησε διαφορετικά.
Peter Ustinov
"Προσοχή! Προκαταλήψεις"
2003

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 08, 2016

Το απίστευτο ταξίδι του φακίρη που παγιδεύτηκε σε μια ντουλάπα ΙΚΕΑ


Το "Απίστευτο ταξίδι του φακίρη που παγιδεύτηκε σε μια ντουλάπα ΙΚΕΑ" είναι μια πραγματικά απίστευτη, ξεκαρδιστική περιπέτεια απ' άκρη σ' άκρη της Ευρώπης και έξω από αυτή, μια ιστορία έρωτα πιο αφρισμένη και σπαρταριστή κι από αναψυκτικό με ανθρακικό, μα και καρπός περισυλλογής γύρω από μια τρομερή πραγματικότητα: τη μάχη που δίνουν καθημερινά οι παράνομοι μετανάστες, οι απόλυτοι τυχοδιώκτες του εικοστού πρώτου αιώνα.

...
Οσο οι ξύλινες σανίδες του κιβωτίου έτριζαν κάτω από τα συντριπτικά χτυπήματα του σιδηρολοστού, ο Ατζατασάτρου φανταζόταν τους Αφρικανούς να πηδάνε σαν αιλουροειδή μέσα στη νύχτα, σκαρφαλώνοντας σε όλα τα φορτηγά εν κινήσει που είχαν σημαδέψει τη διαδρομή τους ίσαμε εδώ. Ο Βιράζ είχε ομολογήσει ότι έμπαιναν επίσης στις καρότσες όσο οι οδηγοί ξεκουράζονταν στις στάσεις των αυτοκινητόδρομων, αργά τη νύχτα και ει δυνατόν όταν έβρεχε, ώστε ο θόρυβος της βροχής να καλύπτει τον ήχο απ' τις κινήσεις τους. Τους φαντάστηκε κρυμμένους πίσω απ' τα κοντέινερ, να ξεπαγιάζουν, λιμασμένοι και με κομμένη την ανάσα.
Ομως όλα τα ταξίδια έχουν το τέλος τους ακόμα και τα πιο δύσκολα, ακόμα κι αυτά που δοκιμάζουν τις αντοχές σου, και αυτοί οι άντρες ήταν καθ' οδόν προς φιλόξενο λιμάνι, παρ' ότι το Λονδίνο, περιτριγυρισμένο από στεριά, δε μετρούσε για λιμάνι. Είχαν πετύχει στην αποστολή τους. Θα μπορούσαν να αναζητήσουν εργασία και να στείλουν λεφτά στους δικούς τους. Και ο Ατζατασάτρου ήταν ευτυχής που βρισκόταν μαζί τους στο νήμα του τερματισμού, που ήταν μάρτυρας της ευόδωσης του γενναίου εγχειρήματός τους.

«Τα 'χεις καταλάβει όλα, Βιράζ - όταν δε σου δίνουν αυτό που αξίζεις, πρέπει να το παίρνεις μόνος σου. Πρόκειται για αρχή που όριζε ανέκαθεν τη ζωή μου» πρόσθεσε, χωρίς να διευκρινίσει ότι στον ωραίο αυτό ορισμό συμπεριλαμβανόταν και η πτήση με το αεροπλάνο.
Ο Ινδός μόλις είχε καταλάβει ότι απέναντί του είχε τους πραγματικούς τυχοδιώκτες του 21ου αιώνα. Δεν ήταν οι λευκοί ιστιοπλόοι, με τα σκάφη τους των εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ και τα πανιά τους ανοιχτά στον άνεμο καθώς έκαναν μόνοι τους τον γύρο του κόσμου, τους οποίους τους είχαν χεσμένους όλοι εκτός απ' τους χορηγούς επικοινωνίας τους. Αυτοί δεν είχαν πια τίποτα καινούριο ν' ανακαλύψουν.

Ο Ατζατασάτρου χαμογέλασε μες στο σκοτάδι της νύχτας. Ηθελε κι αυτός, τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του, να κάνει κάτι για κάποιον άλλον κι όχι μονάχα για τον εαυτό του...
Romain Puértolas
"Το απίστευτο ταξίδι του φακίρη που παγιδεύτηκε σε μια ντουλάπα ΙΚΕΑ"
2013