Ο μεγαλύτερος αθλητής που φόρεσε τα γαλανόλευκα ήταν ο Νίκος Γκάλης. Οχι επειδή ήταν το μεγαλύτερο ταλέντο, που ήταν, αλλά επειδή έμπαινε στο γήπεδο για να κερδίσει. Εκανε το παιχνίδι του όσο καλύτερα μπορούσε, συνήθως κέρδιζε, αλλά ποτέ δεν είχε πει ότι βούλωσε τα στόματα όσων τον είχαν αμφισβητήσει. Γιατί κανένας ποτέ δεν θα τολμούσε να αμφισβητήσει τον Νίκο Γκάλη. Τη στιγμή που θα το έκανε θα είχε βάλει σε αμφισβήτηση τη διανοητική του κατάσταση και όχι την αξία του Γκάλη.
Αντίθετα με την Εθνική Ελλάδας, ο Γκάλης ποτέ δεν αναφέρθηκε στα παλιά του κύπελλα. Ούτε καν στο Πανευρωπαϊκό το 1987. Είχε μάθει από την Αμερική ότι είσαι τόσο καλός όσο το τελευταίο σου αποτέλεσμα.
Πηγαίνοντας σε τουρνουά ποτέ δεν είχε πει «να με αφήσουν να το ευχαριστηθώ». Για ευχαρίστηση υπάρχουν το “Allou Fun Park” και οι διακοπές.
Ποτέ δεν είχε ζητήσει σεβασμό. Τον σεβασμό σου τον δίνουν, δεν τον ζητάς. Κι ο σεβασμός δίνεται όταν ένας αθλητής τελειώσει την καριέρα του και μπορεί να κριθεί στο σύνολό του.
Ποτέ δεν είχε πει «δεν έχω να αποδείξω τίποτα». Κάθε φορά που ο αθλητής δένει τα κορδόνια του έχει να αποδείξει ότι είναι καλύτερος από τον άλλο κερατά που δένει τα δικά του κορδόνια στα απέναντι αποδυτήρια.
Δεν είχε πει «γυρνάμε με ψηλά το κεφάλι». Δεν το είπε γιατί δε χρειάστηκε ποτέ να το κατεβάσει.
Και δεν είχε πει «τώρα να δούμε τι θα λένε αυτοί που περιμένανε να μας σταυρώσουν». Δεν υπήρχε σταυρός να τον χωρέσει.
Ολες οι προηγούμενες φράσεις με τις κραυγές για σεβασμό, αυτοκαταξίωση και κάθε άλλη χατζηαβατιά που έχει εφεύρει το μυαλό του Ελληνα ήρθαν από ποδοσφαιριστές της Ελλάδας στη Νότια Αφρική. Του αθλητή που δεν αντέχει να κρίνεται, θέλει να σταματήσει, να γίνει ένας καταξιωμένος συνταξιούχος.
Οχι άλλοι καταξιωμένοι, όχι άλλο Δημόσιο, όχι άλλοι συνταξιούχοι στα 23 τους.
Οχι άλλος σεβασμός που αντί να δίνεται ζητείται.
Αντίθετα με την Εθνική Ελλάδας, ο Γκάλης ποτέ δεν αναφέρθηκε στα παλιά του κύπελλα. Ούτε καν στο Πανευρωπαϊκό το 1987. Είχε μάθει από την Αμερική ότι είσαι τόσο καλός όσο το τελευταίο σου αποτέλεσμα.
Πηγαίνοντας σε τουρνουά ποτέ δεν είχε πει «να με αφήσουν να το ευχαριστηθώ». Για ευχαρίστηση υπάρχουν το “Allou Fun Park” και οι διακοπές.
Ποτέ δεν είχε ζητήσει σεβασμό. Τον σεβασμό σου τον δίνουν, δεν τον ζητάς. Κι ο σεβασμός δίνεται όταν ένας αθλητής τελειώσει την καριέρα του και μπορεί να κριθεί στο σύνολό του.
Ποτέ δεν είχε πει «δεν έχω να αποδείξω τίποτα». Κάθε φορά που ο αθλητής δένει τα κορδόνια του έχει να αποδείξει ότι είναι καλύτερος από τον άλλο κερατά που δένει τα δικά του κορδόνια στα απέναντι αποδυτήρια.
Δεν είχε πει «γυρνάμε με ψηλά το κεφάλι». Δεν το είπε γιατί δε χρειάστηκε ποτέ να το κατεβάσει.
Και δεν είχε πει «τώρα να δούμε τι θα λένε αυτοί που περιμένανε να μας σταυρώσουν». Δεν υπήρχε σταυρός να τον χωρέσει.
Ολες οι προηγούμενες φράσεις με τις κραυγές για σεβασμό, αυτοκαταξίωση και κάθε άλλη χατζηαβατιά που έχει εφεύρει το μυαλό του Ελληνα ήρθαν από ποδοσφαιριστές της Ελλάδας στη Νότια Αφρική. Του αθλητή που δεν αντέχει να κρίνεται, θέλει να σταματήσει, να γίνει ένας καταξιωμένος συνταξιούχος.
Οχι άλλοι καταξιωμένοι, όχι άλλο Δημόσιο, όχι άλλοι συνταξιούχοι στα 23 τους.
Οχι άλλος σεβασμός που αντί να δίνεται ζητείται.
Αντώνης Πανούτσος
"ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ"
27 Ιουνίου 2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου